Μερικές παρατηρήσεις για την έκρηξη βίας του Δεκεμβρίου του 2008
Όλες τις προηγούμενες μέρες που ακολούθησαν το φόνο του 15χρονου μαθητή από τον ειδικό φρουρό του αστυνομικού τμήματος Εξαρχείων στις 6 Δεκεμβρίου ζήσαμε ένα πρωτόγνωρο κύμα οργής και τυφλής βίας, που σάρωσε την πρωτεύουσα και το Κέντρο της Αθήνας κατά κύριο λόγο, αλλά και πάρα πολλές άλλες πόλεις της χώρας μας. Και δε μπορεί παρά να προκαλεί εντύπωση η σφοδρότητα του εν λόγω κύματος, η πλατιά και ακαριαία γεωγραφική του επέκταση καθώς και το εξαιρετικά μεγάλο πλήθος όσων το συγκροτούσαν. Οι καταστροφές δε που άφησε πίσω του είναι πραγματικά συντριπτικές. Εκατοντάδες μαγαζιά και υποκαταστήματα τραπεζών έχουν υποστεί σοβαρές υλικές ζημιές και κάποια εξ αυτών έχουν καταστραφεί ολοσχερώς, ενώ έχει υπάρξει και εκτεταμένη κλοπή σε όσα από αυτά η φωτιά δεν απέκλεισε αυτό το ενδεχόμενο. Δεκάδες φωτεινοί σηματοδότες έχουν σπάσει, πεζοδρόμια έχουν θρυμματιστεί σε πολλά σημεία τους για να αποτελέσουν πολεμοφόδια, αρκετά αυτοκίνητα έχουν καεί, δεκάδες δημόσια κτήρια έχουν υποστεί σημαντικές καταστροφές και μερικές πολυκατοικίες φέρουν ακόμα έντονα σημάδια καπνού από το απειλητικό πλησίασμα της φωτιάς. Αξίζει επίσης, κατά τη γνώμη μου, να δοθεί έμφαση στο ότι σημειώθηκε φωτιά στον χώρο έξω από την Εθνική Βιβλιοθήκη που ευτυχώς δεν επεκτάθηκε στο εσωτερικό, προκλήθηκαν φθορές σε προτομές (για παράδειγμα έχει πεταχτεί κόκκινη μπογιά στο πρόσωπο του Αδ.Κοραή) και γράφτηκαν συνθήματα με σπρέι στα ιστορικά κτήρια της Ακαδημίας Αθηνών, του Παν/μιου Αθηνών και της Εθνικής Βιβλιοθήκης (η συγκεκριμένη βέβαια πράξη και στα δύο σκέλη της, δυστυχώς δεν είναι πρωτοφανής!!), μπήκε φωτιά σε ξύλινη κατασκευή στον εξωτερικό χώρο του αρχαιολογικού μουσείου, η οποία βέβαια ευτυχώς κατασβέστηκε εγκαίρως, πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν πλήρως γραφεία υπηρεσιών του Πανεπιστημίου Αθηνών που βρίσκονται στη διασταύρωση των οδών Ακαδημίας και Σίνα και πετάχθηκαν αρκετά έπιπλα του Πανεπιστημίου έξω από τα παράθυρα του ιδρύματος. Χαρακτηριστική μάλιστα της κατάστασης που επικράτησε και εντυπωσιακή θα προσέθετα είναι η δήλωση: "Είδαμε μπροστά μας το όνειρο κάθε αναρχικού, το χάος. Και σαστίσαμε..", που αποδίδεται σε ορισμένα (συνειδητοποιημένα και καλλιεργημένα) στελέχη του αντιεξουσιαστικού χώρου από τον Νίκο Ξυδάκη, αρθρογράφο της Καθημερινής. (Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο εδώ) Είναι χωρίς αμφιβολία πολύ δύσκολο κάποιος να περιγράψει τις αιτίες που οδήγ
ησαν σε αυτή την κοινωνική έκρηξη χωρίς μια μεγάλη δόση αυθαιρεσίας στην ανάλυση του. Και ταυτόχρονα εξαιρετικά εύκολο είτε να επινοήσει μια θεωρία συνωμοσίας που ερμηνεύει συνολικά το φαινόμενο με τρόπο που ικανοποιεί απόλυτα τις ατομικές του ιδεολογικές αγκυλώσεις, είτε πιο απλά να προβάλει τις ακλόνητες προκατασκευασμένες βεβαιότητες του ως το προσφορότερο εργαλείο για την ερμηνεία των τεκταινομένων, τα οποία έχει φροντίσει πιο πριν να φωτίσει με τους προσωπικούς του ιδεοληπτικούς προβολείς. Και τις περισσότερες φορές δυστυχώς έχω την αίσθηση ότι διαβάζω και ακούω αναλύσεις που εμπίπτουν στην κατηγορία που περιγράφω στη διάζευξη της ακριβώς προηγούμενης πρότασης. Προσωπικά, με αυτήν εδώ την ανάρτηση θα προσπαθήσω απλώς να συνεισφέρω στο δημόσιο διάλογο μερικές σκέψεις πάνω σε ορισμένες πτυχές του θέματος.Θα ξεκινήσω με μερικά στοιχεία που βρίσκονται στην ιστοσελίδα μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης με ιδιαίτερα σημαντική δράση σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αυτή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ). Εκεί, μπορεί κανείς να βρει ότι κατά την περίοδο 2003-2007, ερευνήθηκαν πειθαρχικά 238 καταγγελίες κατά αστυνομικών για κακομεταχείριση και αποτάχθηκε ένας, ενώ για 127 από αυτές σχηματίσθηκαν ποινικές δικογραφίες και μέχρι σήμερα υπήρξαν δύο πρωτόδικες καταδίκες που εκκρεμούν ενώπιον εφετείων. Οι υποθέσεις αυτές αφορούσαν 180 καταγγέλλοντα άτομα, από τα οποία 11 είναι Ρομά, 122 αλλοδαποί και 47 λοιποί Έλληνες πολίτες. Αυτά σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της πολιτείας, που έχουν δημοσιοποιηθεί σε πρόσφατη έκθεση στον ΟΗΕ, στη συνέχεια καταγγελιών του ΕΠΣΕ.
Παράλληλα, κατά την ίδια περίοδο, υπήρξαν 99 υποθέσεις χρήσης όπλων από αστυνομικούς κατά 20 Ρομά, 37 αλλοδαπών και 75 λοιπών Ελλήνων πολιτών. Ένας αστυνομικός αποτάχθηκε, ένας καταδικάστηκε από Εφετείο ενώ 4 καταδικάστηκαν πρωτόδικα και εκκρεμεί η εκδίκαση των εφέσεων. Από τη χρήση όπλων 12 άτομα σκοτώθηκαν (2 Ρομά, 4 αλλοδαποί και 6 λοιποί Έλληνες) και άλλα 27 τραυματίστηκαν (11 αλλοδαποί και 16 λοιποί Έλληνες).
Την ίδια περίοδο επίσης το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε την Ελλάδα τέσσερις φορές για κακοποίηση πολιτών από αστυνομικούς (τρεις σε υποθέσεις του ΕΠΣΕ) και τρεις για παράνομη χρήση όπλου από αστυνομικούς (δύο σε υποθέσεις του ΕΠΣΕ). Δείτε περισσότερα στοιχεία εδώ.
Είναι νομίζω προφανές ότι τα περιστατικά αυτά δεν είναι αμελητέα ως προς το πλήθος τους και ότι δεν αντιμετωπίστηκαν σε όλες τις περιπτώσεις με την απαραίτητη αυστηρότητα που είναι επιβεβλημένη από μέρους της πολιτείας έναντι όλων αυτών που έχουν κληθεί να προστατεύουν την ασφάλεια αλλά και την ελευθερία των Ελλήνων πολιτών. Έχω τη γνώμη πως πράξεις που εκφεύγουν ενός στενού δημοκρατικού πλαισίου πρέπει να αντιμετωπίζονται με μηδενική ανοχή και όσα άτομα αποδεδειγμένα δεν σέβονται ευλαβικά το πλαίσιο αυτό να αποτάσσονται από το αστυνομικό σώμα χωρίς δεύτερες σκέψεις. Όποτε, η ύπαρξη περιστατικών όπως τα παραπάνω και οι καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου θεωρώ ότι αναδεικνύουν εμφατικά το γεγονός πως η πολιτεία οφείλει να κάνει και άλλα βήματα - έχουν γίνει αρκετά μεταπολιτευτι
κά - στην κατεύθυνση του εξοβελισμού τέτοιων φαινομένων. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση πως η αστυνομική βία είναι ανεξέλεγκτη και ατιμώρητη στην Ελλάδα - όπως κάποιοι επίμονα ισχυρίζονται - ή πως όσοι διαμένουν σε αυτή τη χώρα ζουν υπό καθεστώς αστυνομοκρατίας. Άλλωστε, πιστεύω ότι η δημοκρατική συγκρότηση της πολιτείας μας δε θα επέτρεπε την ύπαρξη συμπεριφορών γενικευμένης αστυνομικής βίας ή την συστηματική καταστολή διαφόρων εγκληματικών δραστηριοτήτων εκτός ενός στενού δημοκρατικού πλαισίου και πλαισίου της νομιμότητας.
Παρατήρηση δεύτερη
ς κ.λ.π., έτοιμοι να καταστρέψουν και να εκτονώσουν βίαια την οργή τους καταρχήν σε κάθε τι που είχε έναν κρατικό συμβολισμό, αλλά απ’ ότι φάνηκε και σε οτιδήποτε άλλο βρισκόταν μπροστά τους; Ας λάβουμε επιπλέον υπόψη μας το αρκετά πιθανό - θεωρώ - ενδεχόμενο κάποιοι εξ αυτών που πρωτοστάτησαν στη χρήση βίας και στη διατύπωση ακραίων προταγμάτων να ήθελαν και έναν αστυνομικό νεκρό. Η απάντηση λοιπόν στο παραπάνω ερώτημα είναι νομίζω προφανής: μια τέτοια στάση θα οδηγούσε σε μάχες σώμα με σώμα και τότε μάλλον αναπόφευκτα ο κύκλος του αίματος θα μεγάλωνε. Βεβαίως, σε καμιά περίπτωση δεν πιστεύω πως η αστυνομία θα έπρεπε να παραδόσει την πόλη στην τυφλή βία ή ότι η διαχείριση της κατάστασης δε θα μπορούσε να είναι πιο αποτελεσματική. Σίγουρα θα μπορούσε να είναι πολύ πιο αποτελεσματική. Όμως, ακλόνητα πιστεύω ότι η συνθήκη της μη απώλειας μιας ακόμα ζωής με ευθύνη της πολιτείας αποτελεί βασική και αναγκαία συνθήκη ώστε η διαχείριση από πλευράς αστυνομίας να θεωρείται επιτυχημένη και αποτελεσματική. Και στη περίπτωση αυτή ευτυχώς αυτή η συγκεκριμένη συνθήκη εκπληρώθηκε.
έξοδο του στρατού στους δρόμους. Ευτυχώς βέβαια, παρ’ όλη την πίεση από την συντηρητική αναδίπλωση της κοινωνίας όπου επέφερε η ακραία αντικοινωνική δράση αντιεξουσιαστών και διαφόρων άλλων στοιχείων και η συνηθισμένη πλέον και απαράδεκτη υπερβολή των μέσων, δεν αποφασίστηκαν τέτοιες λύσεις. Ευτυχώς, τουλάχιστον για όσους έθεταν ως αδιαπραγμάτευτη συνθήκη το να μη χαθεί μια ακόμα ανθρώπινη ζωή και να μην διευρύνει η ίδια η πολιτεία με τις αποφάσεις της τον φαύλο κύκλο της βίας. Παρατήρηση τρίτη
Πιο συγκεκριμένα, από τη μέρα του φόνου που ξέσπασαν οι αναταραχές και μέχρι την δήλωση της κ. Παπαρήγα την Τρίτη (9-12-2008), που κατηγορούσε ευθέως τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α, ακούσαμε αρκετές δηλώσεις στελεχών του που απέφευγαν να καταδικάσουν απερίφραστα την αντιεξουσιατική βία και κινούνταν στη λογική του «ναι μεν, αλλά ..». Κάποιες φορές μάλιστα δεν γινόταν καν διάκριση ανάμεσα στην υγιέστατη και δημοκρατική δράση των μαθητών και την βίαιη αντικοινωνική δράση αυτών που συνήθως επιλέγουν να κρύβουν το πρόσωπό τους και με ψηφοθηρικά - νομίζω - ελατήρια όλοι αυτοί μαζί βαφτίζονταν κοινωνικό κίνημα. Χαρακτηριστική μάλιστα είναι η ραδιοφωνική δήλωση του βουλευτή του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς κ. Τάσου Κουράκη (αναμεταδόθηκε στην εκπομπή «Λαβύρινθος» της ΕΤ3 στις 12-12-2008) όπου σε αυτή ο βουλευτής χαρακτήρισε απολύτως δικαιολογημένα τα όσα διαπράχθηκαν από τους κουκουλοφόρους τις προηγούμενες μέρες! Βέβαια, μετά την δήλωση της κ. Παπαρήγα οι τοποθετήσεις των στελεχών του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. έγιναν πολύ πιο προσεκτικές, υπό το βάρος ενδεχομένως των επιθέσεων που δέχθηκαν.
τάξεις του ή ότι τους ελέγχει οργανωτικά όπως κάποιοι αφελώς ισχυρίζονται, αλλά ότι αν μη τη άλλο τους αντιμετωπίζει με μια περίεργη ανοχή. Την οποία ίσως μερικώς ερμηνεύει η συνύπαρξη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στο Ε.Κ.Φ. με την επαναστατική Αριστερά καθώς και η συμμετοχή κομμάτων της (επαναστατικής) εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς στην εκλογική συμαχία του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Δείτε συγκρητικά, πόσο διαφορετικά αντιμετωπίζονται όλοι αυτοί από το μπλόκ του Κ.Κ.Ε.!Παρατήρηση τέταρτη
Πριν ολοκληρώσω την εκτενή αυτή ανάρτηση δεν θα μπορούσα να μην κάνω μια επιγραμματική τουλάχιστον αναφορά στη βία - αυτή καθαυτή - που ανακίνησε ως θέμα το σφοδρό, εκτεταμένο και ογκώδες κύμα βίαιων συμπεριφορών των προηγούμενων ημερών. Μια αναφορά που προφανέστατα δεν σχετίζεται με τις μαθητικές κινητοποιήσεις, τις οποίες θεωρώ μια υγιή αντίδραση και οι οποίες κινούνταν σταθερά σε ένα πλαίσιο δημοκρατικό, θεμιτό και απολύτως αποδεκτό. Η βία λοιπόν, θεωρώ ότι δεν μπορεί να είναι αποδεκτή ως πολιτικό μέσο σε μια Δημοκρατία, ακόμα και αν αυτή η βία εδράζεται σε ένα στέρεο αιτιολογικό βάθρο. Και εξηγούμαι: Το πολίτευμα που απολαμβάνουμε, σε αντίθεση με διάφορες μορφές τυραννίας, επιτρέπει την διατύπωση και την προώθηση όλων των απόψεων - ακόμα και των πιο ακραίων εξ' αυτών - και την επίτευξη διαφόρων θεσμικών αλλαγών εξαιρετικά ριζοσπαστικών προς όλες τις πολιτικές κατευθύνσεις. Με μια αυστηρή προϋπόθεση βεβαίως, την αποδοχή αυτών των απόψεων και των πολιτικών που επαγγέλλονται αυτές από την πλειοψηφία της κοινωνίας. Έτσι, συνάγεται ότι η χρήση βίας ως μέσο προώθησης μιας πολιτικής
σε ένα δημοκρατικό πολιτικό περιβάλλον έχει νόημα μόνο εφόσον η πολιτική αυτή δεν γίνεται πλειοψηφικά αποδεκτή από την κοινωνία. Οπότε, ως εκ τούτου - κατά την προσωπική μου γνώμη - η πολιτική αυτή βία σε ένα πολίτευμα όπως το δικό μας δεν μπορεί να έχει καμιά ηθική νομιμοποίηση. Και νομίζω ότι λίγοι θα διαφωνήσουν σε αυτό, με την εξαίρεση ίσως όσων έχουν προσκολληθεί σε αδιαμφισβήτητες δογματικές βεβαιότητες σε τέτοιο βαθμό, που απλά να περιφρονούν την πλειοψηφία ή όποιον άλλο δεν συμφωνεί με αυτές.
Αλλά πέραν όλων των παραπάνω περί της ηθικής νομιμοποίησης, η χρήση βίας ως πολιτικό μέσο και η ολιστική κοινωνική μηχανική - με την οποία ευθέως σχετίζεται - αυτή δηλαδή της εκκαθάρισης του πολιτικού καμβά και του επανασχεδιασμού εξ' αρχής ενός ριζικά διαφορετικού πολιτικού τοπίου είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματική μέθοδος σε σύγκριση με την εναλλακτική μιας ποππεριανής βήμα προς βήμα κοινωνικής μηχανικής (#). Αυτή η δεύτερη μέθοδος θα λέγαμε ότι είναι μια προσπάθεια μεταβολών βήμα προς βήμα μέσα στο δημοκρατικό πλαίσιο με στόχο την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων ή και ενδεχομένως την προσέγγιση συγκεκριμένων βραχυπρόθεσμων πολιτικών στόχων, οι οποίοι προφανώς μπορεί και να αλλάξουν ανάλογα με την ανάδραση από την πραγματοποίηση των επιμέρους βημάτων. Με άλλα λόγια, η βήμα προς βήμα κοινωνική μηχανική μέσω της δοκιμής και του σφάλματος επιτρέπει - σε αντίθεση με την ολιστική - την αναγνώριση επιμέρους λαθών που έχουν συντελεστεί και την αναπροσαρμογή της πολιτικής κατεύθυνσης που εκ των προτέρων έχει επιλεγεί. Συνεπώς - επανερχόμενος στη σύγκριση που έκανα στην αρχή της παραγράφου - η βία και η ολιστική κοινωνική μηχανική φαίνεται ως ένα πολύ λιγότερο αποτελεσματικό μέσο, αν όχι ένα εντελώς αναποτελεσματικό, τουλάχιστον σε όσους εξ' ημών αφενός δυσπιστούμε για την δυνατότητα της ύπαρξης ενός παραδείσου επί γης και αφετέρου πιστεύουμε πως δεν υπάρχουν αλάνθαστες δογματικές αλήθειες από τις οποίες αναγκαστικά περνάει ο δρόμος για την πραγμάτωση του επίγειου αυτού παραδείσου.
(#) βλέπε σελ. 187, 192, 193, 194, 197, 212-13, 286, 328, 351, 353, 568 του βιβλίου "Open Society and Its Enemies" του Karl Popper










Η σύλληψη, 13 χρόνια μετά, του 


